Δευτέρα 23 Ιουλίου 2012

Πῶς πρέπει νὰ κυβερνᾶμε τὴ γλῶσσα μας. Ἁγ. Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου

Πῶς πρέπει νὰ κυβερνᾶμε τὴ γλῶσσα μας


Ἅγιος Νικόδημος Ἁγιορείτης

Ἀνάγκη μεγάλη εἶναι νὰ κυβερνᾷ κάποιος ὅπως πρέπει τὴν γλῶσσα του καὶ νὰ τὴν χαλιναγωγῇ. Γιατὶ, κάθε ἕνας κλίνει πολὺ στὸ νὰ τὴν ἀφήνῃ νὰ τρέχῃ καὶ νὰ ὁμιλῇ γιὰ ἐκεῖνα ποὺ δίνουν εὐχαρίστησι στὶς αἰσθήσεις μας· ἡ πολυλογία, τὶς περισσότερες φορές, προέρχεται ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια, ἀπὸ τὴν ὁποία, φανταζόμενοι ἐμεῖς πὼς γνωρίζουμε πολλά, καὶ ἰκανοποιώντας τὴ γνώμη μας, πιεζόμαστε μὲ πολλὲς ἐπαναλήψεις τῶν λόγων μας, νὰ τυπώσουε τὴν γνώμη μας αὐτὴ στὶς καρδιὲς τῶν ἄλλων, γιὰ νὰ τοὺς κάνουμε τὸν δάσκαλο, σὰν νὰ ἔχουν ἀνάγκη νὰ μάθουν ἀπὸ μᾶς· καὶ μάλιστα τὴν ἴδια ὑπερηφάνεια δείχνουμε ὅταν τοὺς διδάσκουμε χωρὶς αὐτοὶ νὰ μᾶς ρωτήσουν πρῶτα.

Τὰ κακὰ ποὺ γεννιοῦνται ἀπὸ τὴν πολυλογία, δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ τὰ περιγράψουμε μὲ λίγα λόγια· ἡ πολυλογία εἶναι μητέρα τῆς ἀκηδίας· ὑπόθεσις ἄγνοιας καὶ ἀνοησίας· πόρτα τῆς καταλαλιᾶς, ὑπηρέτης τῶν ψεμμάτων καὶ ψυχρότητα τῆς εὐλαβοῦς θερμότητας· τὰ πολλὰ λόγια δυναμώνουν τὰ πάθη καὶ ἀπὸ αὐτὰ κινεῖται μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ἡ γλῶσσα μὲ περισσότερη εὐκολία στὴν ἀδιάκριτη συζήτησι.

Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Ἀπόστολος Ἰάκωβος, θέλοντας νὰ φανερώσῃ πόσο δύσκολο εἶναι τὸ νὰ μὴν ἁμαρτάνῃ κάποιος στὰ λόγια ποὺ λέει, εἶπε ὅτι αὐτὸ εἶναι χαρακτηριστικὸ τῶν τελείων ἀνδρῶν· «Ἂν κάποιος δὲν κάνῃ σφάλματα μὲ τὰ λόγια, αὐτὸς εἶναι τέλειος ἄνθρωπος, ἱκανὸς νὰ χαλιναγωγήσῃ ὅλο του τὸν ἑαυτό» (3).

Γιατὶ, ἀφοῦ ἡ γλῶσσα ἀρχίσει μία φορὰ νὰ μιλάει, τρέχει σὰν ἀχαλίνωτο ἄλογο, καὶ δὲν μιλάει μόνο τὰ καλὰ καὶ αὐτὰ ποὺ πρέπει, ἀλλὰ καὶ τὰ κακά· γι᾿ αὐτὸ καὶ ὀνομάζεται αὐτὴ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Ἀπόστολο, «μεστὴ ἀπὸ κακό, γεμάτη ἀπὸ δηλητήριο θανατηφόρο».

Ὅπως σύμφωνα καὶ ὁ Σολομώντας εἶπε, ὅτι ἀπὸ τὴν πολυλογία δὲν θὰ ἀποφύγῃς τὴν ἁμαρτία· «ἐκ πολυλογίας οὐκ ἐκφεύξη ἁμαρτίαν» (Παρ. 10,20). Καὶ γιὰ νὰ μιλήσουμε γενικά, ὅποιος μιλάει πολύ, δείχνει ὅτι εἶναι ἀνόητος· «ὁ ἄφρων πληθύνει λόγους» (Ἐκκλ. 10,14).

Μὴν ἀνοίξης μεγάλες συνομιλίες μὲ ἐκεῖνον, ποὺ σὲ ἀκούει μὲ κακὴ ὄρεξι, γιὰ νὰ μὴ τὸν ἀηδιάσης καὶ τὸν κάνῃς νὰ σὲ σιχαθῆ, ὅπως γράφτηκε: «Ὁ πλεονάζων λόγον, βδελυχθήσεται» (Σειρὰχ κεφ. 7). Ἀπόφευγε νὰ μιλᾷς αὐστηρὰ καὶ μεγαλόφωνα.

Γιατὶ καὶ τὰ δυὸ εἶναι πολὺ μισητὰ καὶ δίνουν ὑποψία ὅτι εἶσαι μάταιος καὶ ἔχεις μεγάλη ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό σου· μὴν μιλᾷς ποτὲ γιὰ τὸν ἑαυτό σου καὶ γιὰ τὶς ὑποθέσεις σου ἢ γιὰ τοὺς συγγενεῖς σου· παρά, ὅταν εἶναι ἀνάγκη καὶ ὅσο μπορεῖς περισσότερο, μὲ συντομία καὶ ὀλιγολογία.

Καὶ ἂν σοῦ φανῆ πὼς ἄλλοι μιλοῦν γιὰ τὸν ἑαυτό τους παραπάνω, ἐσὺ πίεσε τὸν ἑαυτό σου νὰ μὴ τοὺς μιμηθῇς, ἂν ὑποτεθῆ ὅτι καὶ τὰ λόγια τους νὰ φαίνωνται ταπεινὰ καὶ τῶν ἴδιων κατηγορητικά. Γιὰ δὲ τὸν πλησίον σου καὶ γιὰ ὅσα ἀνάγονται σὲ αὐτό, μίλα ὅσο λιγώτερο μπορεῖς, ὅταν καὶ ἐκεῖ ποὺ εἶναι ἀνάγκη γιὰ τὸ καλό του (45).

Γιὰ τὸν Θεό, νὰ μιλᾷς μὲ ὅλη σου τὴν ὄρεξι καὶ μάλιστα γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἀγαθότητά του. Ἀλλὰ μὲ φόβο, σκεπτόμενος, ὅτι μπορεῖς νὰ κάνῃς λάθος ἀκόμη καὶ σὲ αὐτό. Ὁπότε, καλύτερα ἀγάπα νὰ προσέχῃς, ὅταν ἄλλοι μιλοῦν σχετικὰ μὲ αὐτά, φυλάττοντας τοὺς λόγους τους στὰ ἐσωτερικά της καρδιᾶς σου.

Γιὰ τὰ ἄλλα ποὺ μιλᾶνε, μόνο ὁ ἦχος τῆς φωνῆς ἂς ἐνοχλῇ τὴν ἀκοή σου· ἀλλὰ ὁ νοῦς σου, ἂς στέκεται ἀνυψωμένος στὸ Θεό. Ἀλλὰ καὶ ὅταν ἀκόμη εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀκούσῃς ἐκεῖνον, ποὺ μιλάει γιὰ νὰ καταλάβης καὶ νὰ τοῦ ἀπαντήσῃς, καὶ τότε μὴν παραλείψης ἀνάμεσα νὰ ὑψώσῃς κάποιο μὲ τὸ λογισμὸ στὸν οὐρανό, ποὺ κατοικεῖ ὁ Θεός σου· καὶ σκέψου τὸ ὕψος του καὶ πὼς αὐτὸς βλέπει πάντα τὴν μηδαμινότητά σου, ἐξέταζε καλὰ ἐκεῖνα, ποὺ ἔρχονται στὴν καρδιά σου γιὰ νὰ πῇς, πρὶν νὰ περάσουν στὴ γλῶσσα καὶ θὰ βρῇς πολλά, ποὺ εἶναι καλύτερα νὰ μὴν βγοῦν ἀπὸ τὸ στόμα σου· ἀλλὰ ἀκόμη γνώριζε, ὅτι καὶ ἀπὸ ἐκεῖνα, ποὺ σκέφτεσαι ὅτι εἶναι καλὰ νὰ πῇς, εἶναι πολὺ καλύτερο νὰ τὰ θάψης στὴ σιωπὴ καὶ θὰ τὸ γνωρίσῃς, ἀφοῦ περάση ἐκείνη ἡ συνομιλία.

Ἡ σιωπή, εἶναι μία μεγάλη ἐνδυνάμωσις τοῦ Ἀοράτου Πολέμου καὶ μία σίγουρη ἐλπίδα τῆς νίκης· ἡ σιωπή, εἶναι πολὺ ἀγαπημένη ἀπὸ ἐκεῖνον, ποὺ δὲν ἐμπιστεύεται τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ ἐλπίζει στὸ Θεό· εἶναι φύλακας τῆς ἱερᾶς προσευχῆς καὶ θαυμαστῆ βοήθεια στὴν ἐκγύμνασι τῶν ἀρετῶν (46)· καὶ ἀκόμη εἶναι σημεῖο φρονιμάδας.

Γιατὶ, ἂν καὶ ἄλλος δὲν μιλάη, τὸ κάνει γιατὶ δὲν ἔχει λόγο νὰ πῇ· «Ἐστὶ σιωπῶν, οὐ γὰρ ἔχει ἀπόκρισιν» (Σειρὰχ κεφ. 5)· καὶ ἄλλος, διότι φυλάττει τὸν κατάλληλο καιρὸ γιὰ νὰ μιλήσῃ· «Καὶ ἔστι σιωπῶν, εἰδὼς καιρόν» (αὐτόθι). Καὶ ἄλλος γιὰ ἄλλες αἰτίες (47)· γενικὰ ὅμως καὶ ὁλοκληρωτικά, ὅποιος δὲν μιλάει, δείχνει πὼς εἶναι φρόνιμος καὶ σοφός· «ἐστὶ σιωπῶν καὶ αὐτὸς φρόνιμος» (Σειρ. 14,27). «Ἕνας σιωπαίνει καὶ ἀποδεικνύεται σοφός» (Σειρ. 20,4).

Γιὰ νὰ συνηθίσῃς νὰ σιωπᾷς, σκέψου πολλὲς φορὲς τὶς ζημιὲς καὶ τοὺς κινδύνους τῆς πολυλογίας καὶ τὰ μεγάλα καλὰ τῆς σιωπῆς καὶ αὐτοὺς τοὺς τρεῖς τρόπους, ποὺ εἶπα στὰ προηγούμενα τρία κεφάλαια, δηλαδὴ τὸ νὰ ἀνεβαίνῃ κάποιος ἀπὸ τὰ αἰσθητὰ στὴ θεωρία τοῦ Θεοῦ, στὴ θεωρία τοῦ σαρκωθέντος Λόγου· καὶ στὸ στολισμὸ τῶν ἠθῶν, μποροῦν νὰ μεταχειρίζονται ἐκεῖνοι, ποὺ ἔχουν γνῶσι, διάκρισι καὶ δύναμι στὸ λογισμό, γιὰ νὰ διορθώνουν τὶς αἰσθήσεις τους μὲ αὐτούς.

Ὅσοι ὅμως δὲν ἔχουν αὐτὴ τὴν γνῶσι καὶ τὴν δύναμι, αὐτοὶ μὲ ἄλλον τρόπο μποροῦν νὰ διορθώνουν τὶς αἰσθήσεις τους· δηλαδή, μὲ ὅλη τους τὴν δύναμι νὰ ἀπέχουν ἀπὸ ὅλα ἐκεῖνα τὰ αἰσθητά, ποὺ μποροῦν νὰ βλάπτουν τὴν ψυχή τους.

Καὶ λοιπόν, ἐσὺ ἀδελφέ μου, α´ μέν, πρέπει νὰ φυλάττῃς μὲ μεγάλη προσοχὴ τοὺς κακοὺς καὶ γρήγορους κλέφτες ποὺ ἔχεις, δηλαδή, τὰ μάτια σου, καὶ νὰ μὴν τὰ ἀφήνῃς νὰ τεντώνονται καὶ νὰ βλέπουν μὲ περιέργεια τὰ πρόσωπα τῶν γυναικῶν, τόσο τὰ ὄμορφα, ὅσο καὶ τὰ ἄσχημα ἢ τὰ πρόσωπα τῶν ἀνδρῶν καὶ μάλιστα τῶν νέων καὶ ἀγένειων ἢ νὰ βλέπουν τὴν ξεγύμνωσι ὄχι μόνο τῶν ξένων σωμάτων, ἀλλὰ καὶ αὐτοῦ τοῦ ἰδίου σου σώματος.

Γιατὶ ἀπὸ αὐτὴν τὴν περιέργεια καὶ τὸ ἐμπαθῆ κοίταγμα, ἡ καρδιὰ συλλαμβάνει τὴν ἡδονὴ καὶ τὴν ἐπιθυμία τῆς πορνείας καὶ τῆς παιδεραστίας. Καθὼς εἶπε ὁ Κύριος. «Ὅποιος βλέπει γυναῖκα μὲ ἐπιθυμία πονηρή, ἔχει κιόλας μέσα του διαπράξει τὴν μοιχεία μὲ αὐτήν» (Ματθ. 5,38).

Καὶ κάποιος σοφὸς εἶπε «ἐκ τοῦ ὁρᾶν, τίκτεται τὸ ἐρᾶν» (48). Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Σολομώντας παραγγέλνει, νὰ μὴ πιαστοῦμε ἀπὸ τὰ μάτια μας, μήτε νὰ νικηθοῦμε ἀπὸ ἐπιθυμία ὡραιότητας· «υἱέ, μὴ σὲ νικήσῃ κάλλους ἐπιθυμία, μητὲ ἀγρευθῇς σοῖς ὀφθαλμοῖς» (Παρ. 6,25).

Ἐκτὸς ἀπὸ αὐτά, φυλάξου νὰ μὴ βλέπῃς περίεργα τὰ ὄμορφα φαγητὰ καὶ ποτά, ἐνθυμούμενος τὴν πρώτη μητέρα τοῦ γένους μας Εὔα ἡ ὁποία, γιὰ νὰ δῇ τὸν ἀπαγορευμένο καρπὸ τοῦ ἐμποδισμένου ξύλου στὸν Παράδεισο, τὸν ἐπιθύμησε, τὸν πῆρε, τὸν ἔφαγε καὶ ἔτσι πέθανε· οὔτε νὰ βλέπῃς μὲ εὐχαρίστησι τὰ ὄμορφα ροῦχα ἢ τὸν χρυσὸ καὶ τὸ ἀργύριο ἢ τὶς λαμπρὲς δόξες τοῦ κόσμου, γιὰ νὰ μὴ περάση ἀπὸ τὰ μάτια σου μέσα στὴ ψυχήν σου τὸ πάθος τῆς φιλοδοξίας καὶ φιλαργυρίας.

«Ἀπόστρεψαν γάρ, φησι, τοὺς ὀφθαλμούς μου, τοῦ μὴ ἰδεῖν ματαιότητα» (Ψαλμ. 118.)· καὶ γιὰ νὰ μιλήσω γενικά, φυλάξου νὰ μὴ βλέπῃς χορούς, παιχνίδια, τραπέζια, ξεφαντώματα, μαλώματα, παλαίσματα, τρεχάματα καὶ ὅλα τὰ ἄλλα ἄτακτα καὶ ἄσεμνα πράγματα, ποὺ ἀγαπᾷ ὁ ἠλίθιος κόσμος καὶ ἔχει ἀπαγορευμένα ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ· ἀλλὰ ἀπόφευγε καὶ κλεῖσε τὰ μάτια σου ἀπὸ αὐτά, γιὰ νὰ μὴ γεμίσῃς τὴν καρδιὰ καὶ τὴν φαντασία σου ἀπὸ ἄσχημες εἰκόνες καὶ πάθη, καὶ ξεσηκώσῃς ταραχὴ καὶ νέο πόλεμο ἐναντίον σου, ἀφήνοντας τὸν ἀγῶνα, ποὺ ἔχεις νὰ ἀγωνίζεσαι ἐναντίον τῶν παλαιῶν σου παθῶν. Ἀγάπα ὅμως νὰ βλέπῃς τὶς Ἐκκλησίες, τὶς ἁγίες εἰκόνες, τὰ ἱερὰ βιβλία, τὰ κοιμητήρια, τοὺς τάφους καὶ ὅσα ἄλλα εἶναι σεμνὰ καὶ ἅγια, τῶν ὁποίων ἡ θεωρία σὲ ὠφελεῖ.

Α´. Πρέπει νὰ προφυλάττης τὰ αὐτιά σου. Πρῶτα γιὰ νὰ μὴν ἀκοῦς τὰ αἰσχρὰ καὶ ἐρωτικὰ λόγια, τὰ τραγούδια καὶ τὰ μουσικὰ ὄργανα, ἀπὸ τὰ ὁποῖα γλυκαίνεται ἡ ψυχή σου καὶ ἡ καρδιά σου ἀνάβει ἀπὸ τὴν σαρκικὴ ἐπιθυμία. Γιατὶ εἶναι γραμμένο· «ἀπομάκρυνε ἀπὸ μένα τὰ ἐπονείδιστα λόγια» (Παρ. κζ´ 11).

Κατὰ δεύτερο λόγο, γιὰ νὰ μὴν ἀκοῦς τὰ ἀστεῖα καὶ τὰ γελωτοποιὰ λόγια, τὰ ὁποῖα μάλιστα εἶναι φαντασιώσεις καὶ τὰ κάθε εἴδους καὶ διάφορα τοῦ κόσμου ψέμματα, νοστιμευόμενος καὶ γλυκαινόμενος ἀπὸ αὐτά.

Ἐπειδὴ δὲν εἶναι σωστὸ στὸ χριστιανὸ νὰ ἀκούῃ μὲ εὐχαρίστησι αὐτά, ἀλλὰ ἐκείνων τῶν διεφθαρμένων ἀνθρώπων, σχετικὰ μὲ τοὺς ὁποίους εἶπε ὁ Παῦλος, ὅτι, «θὰ κλείσουν τὰ αὐτιά τους στὴν ἀλήθεια καὶ θὰ στραφοῦν στὰ παραμύθια» (Β´ Τιμ. δ´ 4).

Τρίτο, γιὰ νὰ μὴν ἀκοῦς μὲ εὐχαρίστησι τὶς κατακρίσεις καὶ πολυλογίες ποὺ οἱ ἄλλοι κάνουν ἐναντίον τοῦ πλησίον ἀλλὰ ἢ νὰ τὶς ἐμποδίζεις, ἂν μπορεῖς ἢ νὰ μὴν κάθεσαι νὰ τὶς ἀκοῦς. Ἐπειδὴ ὁ μέγας Βασίλειος θεωρεῖ ἄξιους ἀφορισμοῦ, τόσο ἐκείνους ποὺ πολυλογοῦν, ὅσο καὶ ἐκείνους ποὺ στέκονται καὶ ἀκοῦν τὶς συκοφαντίες· «Ἂν βρεθῆ κάποιος νὰ καταλαλῇ ἄλλον ἢ ἂν ἀκούῃ νὰ καταλαλοῦν καὶ δὲν τοὺς ἐπιτιμᾷ… μαζὶ μὲ αὐτὸν νὰ ἀφορίζεται» (49).

Τέταρτο, φυλάξου νὰ μὴ γλυκαίνεσαι καὶ ἀκοῦς τὰ περιττὰ καὶ μάταια λόγια καὶ τὶς φλυαρίες, στὶς ὁποῖες καταπιάνεται ὁ περισσότερος κόσμος· γιατί, εἶναι γραμμένο· «δὲν θὰ ἀκούσῃς λόγο μάταιο» (Ἔξοδ. 23,1). Καὶ ὁ Σολομώντας εἶπε· «μάταιο λόγο κάντον μακρυά μου» (Παρ. 30,8). Καὶ ὁ Κύριος εἶπε· «Γιὰ κάθε μάταιο λόγο ποὺ θὰ ποῦν οἱ ἄνθρωποι, θὰ λογοδοτήσουν τὴν ἡμέρα τῆς κρίσεως» (Ματθ. 12,36).

Καὶ γιὰ νὰ ποῦμε σύντομα, φυλάξου νὰ μὴν ἀκοῦς ὅλα ἐκεῖνα τὰ λόγια καὶ ἀκούσματα, ποὺ μποροῦν νὰ βλάψουν τὴν ψυχή σου· αὐτὰ κυρίως εἶναι οἱ κολακεῖες τῶν κολάκων καὶ οἱ ἔπαινοι, σχετικὰ γιὰ τοὺς ὁποίους εἶπε ὁ Ἡσαΐας «λαός μου, αὐτοὶ ποὺ σᾶς καλοτυχίζουν, σᾶς κοροϊδεύουν» (3,11). Ἀγάπησε δὲ νὰ ἀκοῦς τὰ θεῖα λόγια, τὶς ἱερὲς μελῳδίες καὶ ψαλμῳδίες, καὶ ὅλα ὅσα εἶναι σεμνά, ἅγια, σοφὰ καὶ ψυχωφελῆ· καὶ μάλιστα ἀγάπα νὰ ἀκοῦς τὶς ἀτιμίες καὶ τὶς βρισιὲς ποὺ σοῦ κάνουν οἱ ἄλλοι.

Ε´. Φύλαξε τὴν ὄσφρησί σου ἀπὸ τὰ μυρωδικά, τοὺς μόσχους καὶ ἄλλα εὐωδιαστὰ ἀρώματα, τὰ ὁποῖα δὲν πρέπει οὔτε πάνω σου νὰ τὰ βάζῃς ἢ νὰ τὰ ἀλείφῃς, οὔτε μὲ ὑπερβολὴ νὰ μυρίζεσαι. Ἐπειδὴ αὐτά, ὅλα εἶναι χαρακτηριστικὸ τῶν ἀσέμνων γυναικῶν, καὶ ὄχι τῶν φρονίμων ἀνδρῶν, καὶ κοιμίζουν τὴν γενναιότητα τῆς ψυχῆς, καὶ τὴν σπρώχνουν σὲ πορνικὰ πάθη καὶ ἐπιθυμίες καὶ κάνουν νὰ ἔρχωνται σὲ αὐτοὺς ποὺ τὰ μεταχειρίζονται, οἱ προφητικὲς ἐκεῖνες κατάρες, ποὺ λένε «Καὶ ἀντὶ τῆς εὐχάριστης εὐωδίας, θὰ ὑπάρχη μοῦχλα» (Ἡσ. 3,23), «Καὶ ἀλοίομονο σὲ ὅσους ἀλείφονται μὲ τὰ καλύτερα ἀρώματα» (Ἄμ. 6,6).

ΣΤ´. Φύλαξε τὴν γεῦσι καὶ τὴν κοιλιά σου, γιὰ νὰ μὴν ὑποδουλώνεται σὲ παχυντικὰ καὶ εὐχάριστα καὶ πολυποίκιλα φαγητά, καὶ νόστιμα καὶ εὐώδη ποτά. Γιατὶ, τὰ τρυφερὰ αὐτὰ τραπέζια, πρὶν νὰ τὰ ἀποκτήσῃς, θὰ σὲ κάνουν νὰ πέσῃς σὲ κλεψιές, ψέματα, κολακεῖες, καὶ ἄλλα χίλια ὑπηρετικὰ πάθη καὶ κακά· ἀφοῦ ὅμως τὰ ἀποκτήσῃς, θὰ σὲ γκρεμίσουν στοὺς λάκκους τῶν σαρκικῶν ἡδονῶν καὶ κτηνόμορφων ἐπιθυμιῶν, ὅσες πραγματοποιοῦνται κάτω ἀπὸ τὴν κοιλιά· καὶ θὰ φέρουν ἐναντίον σου τὶς προφητικὲς ἐκεῖνες κατάρες τοῦ Ἀμώς· «Ἀλοίμονο ἐσεῖς ποὺ τρῶτε τρυφερὰ ἀρνάκια καὶ καλοθρεμένα μοσχαράκια ἀπὸ τὰ κοπάδια….» (6,4).

Ζ´. Πρέπει νὰ φυλάγεσαι, νὰ μὴν πιάνῃς μὲ τὸ χέρι ὄχι μόνο ξένο σῶμα γυναίκας, ἄνδρα ἢ γέροντα, τὸ ἴδιο καὶ νεώτερου, ἀλλὰ οὔτε τὸ δικό σου σῶμα καὶ μάλιστα τὰ ἀπόκρυφα σημεῖα σου, χωρὶς νὰ ὑπάρχη ἀνάγκη.

Γιατὶ, ὅσο ἄκομψη εἶναι αὐτὴ ἡ αἴσθησις τῆς ἁφῆς, τόσο αἰσθητικὴ καὶ ζωντανὴ εἶναι καὶ παρακινεῖ τὰ πάθη τῆς σάρκας, καὶ γκρεμίζει τὸν ἄνθρωπο ὡς αὐτὴ τὴν πρᾶξι τῆς ἁμαρτίας. Καὶ ὅλες μὲν οἱ ἄλλες αἰσθήσεις, ὑπηρετοῦν τὴν ἁφή, καὶ κατὰ κάποιο τρόπο, ἀπὸ μακριὰ ἐργάζονται τὴν ἁμαρτία. Ἀλλὰ ὅταν κάποιος φθάση στὴν ἁφή, δηλαδὴ φτάνῃ καὶ πιάνῃ, δύσκολα πιὰ μπορεῖ νὰ κρατηθῆ καὶ νὰ μὴν διαπράξῃ τὴν ἁμαρτία.

Στὴν αἴσθησι τῆς ἁφῆς, ἀναφέρεται καὶ ὁ στολισμὸς τῆς κεφαλῆς καὶ τοῦ σώματος καὶ τῶν ποδιῶν. Ὁπότε, φυλάξου νὰ μὴ στολίζῃς τὸ σῶμα σου μὲ μαλακὰ καὶ διάφορα καὶ λαμπρὰ ροῦχα ἢ μὲ πολυέξοδα καλύμματα τῆς κεφαλῆς ἢ μὲ πολύτιμα παπούτσια, γιατὶ αὐτὰ ἁρμόζουν στὶς γυναῖκες καὶ στοὺς ἄνδρες δὲν ταιριάζουν, ἀλλὰ μόνο νὰ φορᾷς σεμνὰ καὶ ταπεινὰ καὶ ὅσα εἶναι ἀναγκαῖα καὶ χρειάζονται, στὸ κρύο τοῦ χειμῶνα καὶ στὸν καύσωνα τοῦ καλοκαιριοῦ γιὰ τὴν συντήρησι τοῦ σώματος, γιὰ νὰ μὴν ἀκούσῃς καὶ σὺ ἐκεῖνο, ποὺ ἄκουσε ὁ πλούσιος ποὺ ντύθηκε τὴν βασιλικὴ καὶ μεταξωτὴ ἐνδυμασία, δηλαδή, τό· «Ἀπέλαβες τὰ ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου» (Λουκ. 16,25) καὶ ἔλθη πάνω σου ἡ κατάρα ποὺ λέγει ὁ Ἰεζεκιήλ· «Θὰ βγάλουν τοὺς μανδύες τους καὶ θὰ πετάξουν ἀπὸ πάνω τους τὰ χρυσοκέντητα ροῦχα τους» (26,16).

Στὴν ἁφὴ ἀναφέρονται ἀκόμη καὶ οἱ ἄλλες ἀνέσεις τοῦ σώματος· ὅπως εἶναι, τὸ φτιάξιμο τῶν μαλλιῶν καὶ τὸ συχνὸ πλύσιμο τῶν γενιῶν, τὰ λαμπρὰ καὶ πολύτιμα σπίτια, τὰ πολυέξοδα καὶ μαλακὰ στρώματα καὶ καθίσματα.

Ἀπὸ αὐτὰ ὅλα νὰ φυλάγεσαι, ὡς βλαβερὰ τῆς συνέσεώς σου καὶ ὑπεύθυνα τῆς πορνείας καὶ τῶν σαρκικῶν παθῶν, γιὰ νὰ μὴν κληρονομήσῃς τὸ οὐαὶ τοῦ Ἀμώς, ποὺ λέγει· «Ἀλοίμονο σὲ σᾶς ποὺ ξαπλώνετε σὲ ἀνάκλιντρα στολισμένα μὲ ἐλεφαντόδοντο» (6,4).



Αὐτὰ ποὺ σοῦ εἶπα ὡς τώρα, εἶναι ἡ γῆ, τὴν ὁποία κατεδικάστηκε νὰ τρώῃ τὸ νοητὸ φίδι ὁ διάβολος. Αὐτὰ εἶναι, ἡ ὕλη καὶ ἡ τροφή, μὲ τὴν ὁποία τρέφονται ὅλα τὰ πάθη τῆς σάρκας. Καὶ λοιπόν, ἐὰν ἐσὺ δὲν τὰ καταφρονήσῃς, ὡς δῆθεν μικρά, ἀλλὰ πολεμήσῃς γενναῖα καὶ δὲν τὰ ἀφήσῃς νὰ μποῦν μέσα ἀπὸ τὶς αἰσθήσεις στὴν ψυχὴ καὶ τὴν καρδιά σου, σὲ πληροφορῶ, ὅτι ἀλήθεια, εὔκολα θὰ ἐξαφανίσῃς μὲ τὴν ἀτροφία τὸν διάβολο καὶ τὰ πάθη καὶ σὲ λίγο καιρὸ θὰ φανῆς νικητὴς ἄριστος σὲ αὐτὸν τὸν Ἀόρατο Πόλεμο.

Γιατὶ εἶναι γραμμένο στὸν Ἰώβ, ὅτι ὁ μυρμηκολέοντας (δηλαδὴ ὁ διάβολος) ἐξαφανίστηκε καὶ χάθηκε μὴ ἔχοντας νὰ φάῃ τροφή, «Μυρμηκολέων ὥλετο, παρὰ τὸ μὴ ἔχειν βορᾶν» (δ´ 11) (50).

______________________________________________________________________________

45. Μιλώντας θυμήσου νὰ προσέχῃς στὴν προσταγὴ τοῦ ἁγίου Θαλασσίου ἡ ὁποία λέει· «Ἀπὸ τοὺς πέντε τρόπους τῆς συνομιλίας νὰ διαλέξης τοὺς τρεῖς. Τὸν τέταρτο μὴ τὸν συνηθίσῃς. Καὶ ἀπὸ τὸν πέμπτο νὰ ἀπέχῃς» (Φιλοκαλ.). Οἱ τρεῖς δὲ τρόποι, σύμφωνα μὲ τὸν Νικόλαο Κατασκεπηνὸ εἶναι τὸ ναί, τὸ ὄχι καὶ τὸ ξεκάθαρο.

Ὁ τέταρτος εἶναι τὸ ἀμφίβολο. Ὁ δὲ πέμπτος, τὸ ἄγνωστο, δηλαδὴ νὰ μιλᾷς γιὰ πράγματα ποὺ γνωρίζεις πὼς εἶναι ἀληθινά, ἢ ψεύτικα ἢ συγκεκριμένα· καὶ γιὰ τὰ ἀμφίβολα καὶ ἄγνωστα στοὺς λόγους σου, νὰ μὴν μιλᾷς· ἢ ἐπειδὴ εἶναι πέντε τὰ εἴδη τοῦ λόγου, σύμφωνα μὲ τὸν Βλεμίδη στὴ λογική.

Κλητικὸ μὲ τὸ ὁποῖο καλοῦμε κάποιον. Ἐρωτηματικό, μὲ τὸ ὁποῖον ἐρωτοῦμε. Εὐκτικό, μὲ τὸ ὁποῖο εὐχόμαστε. Ὁριστικό, μὲ τὸ ὁποῖο ὁριστικὰ καὶ καταφατικὰ μιλᾶμε καὶ Προστακτικό, μὲ τὸ ὁποῖο ἀρχοντικὰ καὶ αὐθεντικὰ προστάζουμε. Ἐσὺ χρησιμοποίησε στὴν ὁμιλία σου μόνο τὰ τρία, τὸ δὲ Ὁριστικὸ καὶ Προστακτικὸ μὴ τὸ χρησιμοποιῇς.

46. Γιὰ αὐτὸ καὶ ὁ Ἀββᾶς Ἰσαὰκ (Λόγοι γ´) λέγει, ὅτι εἶναι συνεργὸς τῶν καλῶν ἡ σιωπὴ καὶ μεγαλύτερη ὅλων τῶν ἔργων τῆς μοναχικῆς πολιτείας (Λογ. λδ´) καὶ μυστήριο τοῦ μέλλοντος αἰῶνος (Ἐπιστολ. γ´). Ὁ δὲ μέγας Βαρσανούφιος λέει, ὅτι ἡ σιωπὴ ποὺ κρατεῖται μὲ τὴ θέλησί μας, εἶναι ἀνώτερη καὶ ἀπὸ αὐτὴ τὴ θεολογία.

47. Ὁ δὲ Ἀββᾶς Ἰσαὰκ λέγει, ὅτι γιὰ τρία πράγματα σιωπᾷ κάποιος· ἢ γιὰ τὴν δόξα τῶν ἀνθρώπων ἢ γιὰ τὴν ζεστὴ ἐπιθυμία καὶ τὸ ζῆλο τῆς ἀρετῆς ἢ γιατὶ ἔχει κρυφὴ θεϊκὴ συνομιλία μέσα στὸν ἑαυτό του καὶ γι᾿ αὐτὸ τὸ λόγο πηγαίνει τὸ νοῦ του σὲ αὐτὴ (λόγ. κστ´).

48. Εἶναι ὁλοφάνερο αὐτὸ καὶ ἀπὸ τὰ παραδείγματα τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Γιατὶ οἱ υἱοὶ τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ τοῦ Σὴθ καὶ τοῦ Ἐνώς, μὲ τὸ νὰ δοῦν τὶς κόρες τῶν ἀνθρώπων, δηλαδὴ τῶν ἀπογόνων τοῦ Κάιν ὅτι ἦταν ὄμορφες, πῆραν αὐτὲς γυναῖκες καὶ διέφθειραν αὐτὲς καὶ ἀπὸ αὐτὸ ἀκολούθησε ὁ παγκόσμιος ἐκεῖνος κατακλυσμὸς (Γέν. κεφ. ς´). Ὁ Συχὲμ ὁ γιὸς τοῦ Ἐμμὼρ στὰ Σίκιμα, γιὰ νὰ δῇ τὴν Δείνα τὴν κόρη τοῦ Ἰακώβ, τὴν ἀγάπησε καὶ ἔτσι τὴν διέφθειρε καὶ ἀπὸ τὴ διαφθορὰ αὐτή, ἔγινε ὁ καταστροφικὸς ἐκεῖνος ἀφανισμὸς τῶν Σικίμων ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ἕως τὰ ζῷα. (Γέν. λδ´). Ὁ Σαμψὼν γνώρισε γυναῖκες, τόσο στὰ Θαμναθᾶ, ὅσο καὶ στὴ Γάζα καὶ ἀγάπησε αὐτὲς καὶ κοιμήθηκε μαζί τους (Κρίτ. ιδ´ καὶ ις´.) Εἶδε ὁ βασιλιὰς Δαβὶδ τὴν Βηρσαβεὲ ὅταν λουζόταν καὶ τὴν ἀγάπησε καὶ ἔτσι ἐμοίχευσε μὲ αὐτὴ (Β´ Βασιλ. ια´). Εἶδαν οἱ δυὸ ἐκεῖνοι ἡλικιωμένοι καὶ κριτὲς τοῦ λαοῦ τὴν Σωσάννα καὶ τὴν ἐπιθύμησαν (Σωσαν. ἰστορ. 9). Καὶ ἄλλα τέτοια πολλά.

49. Στὰ ἐπιτίμια ποὺ δὲν ἔχουν γραφή.

50. Ὁ μοναχὸς Ἰώβιος, στὴν Μυριόβιβλο τοῦ Φωτίου, λέγει, ὅτι ὀνομάζεται μυρμηκολέων ὁ διάβολος, διότι, πρῶτα ρίχνει τὸν ἄνθρωπο στὰ μικρὰ ἁμαρτήματα· καὶ ἔπειτα τὸν ρίχνει στὰ μεγάλα· καὶ στὴν ἀρχὴ φαίνεται ἀσθενὴς καὶ μικρός, ὡσὰν μήρμυγκας, ἀλλ᾿ ὕστερα φαίνεται κατὰ τοῦ ἁμαρτωλοῦ, σὰν ἀνδρειωμένο καὶ μεγάλο λεοντάρι


nektarios.gr
http://anavaseis.blogspot.gr/2012/07/blog-post_4405.html#more

Πέμπτη 19 Ιουλίου 2012

Τά χαρίσματα τοῦ Ἅγίου Πνεύματος.Ἡ ἄυλη ψυχή δέν ἰκανοποιεῖται παρά μόνο μέ πνευματική τροφή

Τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Η άυλη ψυχή δεν ικανοποιείται παρά μόνο με πνευματική τροφή. Ποία είναι αυτή.



Τα αγιοπνευματικά χαρίσματα, που έχει ο πρωτόπλαστος Αδάμ πρίν την παράβαση και τα έχασε ύστερα με την παράβαση, τα παίρνει πάλι ο άνθρωπος την ώρα της πνευματικής του αναγεννήσεως, την ώρα δηλαδή του θείου βαπτίσματος.

Παίρνει σοφία και σύνεση, υγιή θέληση και δύναμη, γνώση και ευσέβεια.

Από αυτά γεννιούνται και αναρίθμητα άλλα, που ονομάζονται και καρποί του Αγίου Πνεύματος. Λέει ο άγιος απόστολος: «Ο καρπός του Αγίου Πνεύματος είναι η αγάπη, η χαρά, η ειρήνη, η μακροθυμία, η καλοσύνη, η αγαθότητα, η πίστη, η πραότητα, η εγκράτεια».

Όλα αυτά είναι κρυμμένα σαν πλούτος και θησαυρός πολύτιμος μέσα στην ψυχή κάθε ορθόδοξου από τότε που βαπτίστηκε. Και με τον καιρό, όσο ο βαπτισμένος πιστός μεγαλώνει, τα θεόσδοτα χαρίσματα του εκδηλώνονται και αναλάμπουν ανάλογα με τη θερμή και την προθυμία της τηρήσεως των θείων εντολών.

Όσο μεγαλύτερη αμέλεια και ραθυμία δείχνει στην εργασία των εντολών, τόσο περισσότερο συστέλλονται και ελαττώνονται τα χαρίσματα του.

Αν μάλιστα υποκύψει και στα άλογα πάθη, αν προχωρήσει και σε άνομες πράξεις, τότε τα χαρίσματα εξαφανίζονται ολότελα.

Η αμαρτία σβήνει, όπως ο άνεμος και το νερό σβήνουν το φώς της λαμπάδας. Για αυτό ο άγιος απόστολος λέει: «Μη σβήνετε το Πνεύμα».

Μη φθείρετε, δηλαδή, μη διώχνετε από τις ψυχές σας τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος με τη διάπραξη των αμαρτημάτων.

Η περιουσία, λοιπόν, ο θησαυρός και ο πλούτος κάθε ψυχής είναι τα παραπάνω αγιοπνευματικά χαρίσματα. Όποιος τα χάσει με τις άσωτες και τις άνομες πράξεις, τυφλώνεται και νεκρώνεται ψυχικά. Κανένα έργο καλό και θεάρεστο δεν μπορεί πια να εκτελέσει.

Έτσι, έρημος από κάθε αρετή αγαθοεργία, καταντάει, όπως ο άσωτος υιός της σχετικής ευαγγελικής παραβολής, να βόσκει χοίρους. Πεινασμένος από την χάρη του Πνεύματος, που είναι η αληθινή τροφή και τρύφη της ψυχής μας, θέλει να χορτάσει με τα ξυλοκέρατα που τρώνε οι χοίροι, δηλαδή με τις ηδονές και την κοσμική ματαιότητα. Μα δεν μπορεί. Γιατί η άυλη ψυχή μας θέλει πνευματική τροφή, για να ικανοποιήσει την επιθυμία της.

Και πνευματική τροφή είναι η θεία χάρη και τα ενάρετα έργα, που μας προστάζει να κάνουμε ο φιλάνθρωπος Κύριος μας. Τα σαρκικά πάθη και του κόσμου η ματαιότητα και όλα τα βιοτικά πράγματα όχι μόνο δεν αναπαύουν την ψυχή, αλλά την διαφθείρουν και την αφανίζουν.

Για αυτό είναι αδύνατο να βρεί ανάπαυση σε τούτη τη ζωή ένας φιλόσαρκος και φιλόκοσμος άνθρωπος, έστω κι αν έχει παραδοθεί ολοκληρωτικά στις ηδονές, σαν τον διαβόητο βασιλιά των Ασσυρίων Σαρδανάπαλο, έστω κι αν έχει αγαθά όσα και ο πλούσιος της ευαγγελικής παραβολής.

Το πνεύμα για να μην αναπαυθεί, θέλει Πνεύμα. Και η ψυχή σου, άνθρωπε μου, που είναι το πνευματικό στοιχείο της υπάρξεώς σου, για να χορτάσει και να αναπαυθεί, θέλει να τραφεί από το Πνεύμα, χρειάζεται δηλαδή τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και την ηδονική δόξα του Θεού. «Θα χορτάσει η ψυχή μου, όταν θα βλέπει τη δόξα Σου», λέει ο Δαβίδ. Γιατί μόλις λάμψει το φώς της θείας δόξας μέσα στην ψυχή του ανθρώπου, αυτή νοιώθει μεγάλη χαρά και ηδονή και ανάπαυση.

Κι εμείς, λοιπόν, αγαπητοί μου, όταν είμαστε πεινασμένοι από τη θεία χάρη του Πνεύματος και παντέρημοι από αρετές, ας μιμούμαστε τον άσωτο υιό και ας κραυγάζουμε στον πολυέσπναχνο Θεό, τον Πατέρα μας: «Πατέρα μου σπλαχνικέ, άβυσσε του ελέους, δεν αξίζουμε να λεγόμαστε παιδιά Σου! Κάνε μας υπηρέτες Σου, και με τη συνηθισμένη ευσπλαχνία Σου λυπήσου μας και σώσε μας, ως στοργικός και φιλάνθρωπος που είσαι».

Θησαυρός μετανοίας

Έκδοση

Ιερά Μονή Παρακλήτου

Ωρωπός Αττικής 2003

σελ 64-66

Ἐπιμέλεια κειμένου Ἀναβάσεις

Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱ.Μ. Παρακλήτου γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης

ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει ἡ Ἱερά Μονή.

http://anavaseis.blogspot.gr/2012/07/blog-post_8554.html#more

Κυριακή 8 Ιουλίου 2012

Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό- Ὑπέροχες συμβουλές (ἀββᾶ Ἰσαάκ)

Η ΑΣΚΗΣΗ ΣΤΗ ΖΩΗ ΖΩΗ ΜΑΣ


Βασισμένο στούς Ἀσκητικούς Λόγους τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαάκ τοῦ Σύρου

Ἡ ψυχή πού ἀγαπάει τόν Θεό βρίσκει ἀνάπαυση μόνο κοντά Του. Μόλις ἐλευθερωθεῖς ἀπό τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας, ἡ καρδιά σου θά συνδεθεῖ μέ τόν Θεό. Ὅπως τά βρέφη τρέφονται πρῶτα μέ τό γάλα καί μετά μέ τό ψωμί, ἔτσι καί οἱ ἀρχάριοι στή χριστιανική ζωή πρῶτα πρέπει νά κόψουν αὐτά πού τούς συνδέουν μέ τόν κόσμο καί μετά νά ἑνωθοῦν μέ τόν Θεό. Ἡ σωματική ἐργασία προηγεῖται ἀπό τήν ψυχική.

Ὅπως ὁ Θεός στή δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου πρῶτα ἔφτιαξε τό χωμάτινο σῶμα καί μετά φύσηξε καί τοῦ ἔδωσε «πνοήν ζωῆς», ἔτσι καί στά πνευματικά, πρῶτα θ’ ἀρχίσουμε μέ τούς σωματικούς κόπους καί κατόπιν θά προχωρήσουμε στή συστηματική καλλιέργεια τῶν ἀρετῶν. Πρῶτα βάζει στό σπίτι κανείς θεμέλια καί μετά τό χτίζει. Ἀλλιώτικα δέν γίνεται. Ἡ ψυχική ἐργασία γεννιέται ἀπό τή σωματική, ὅπως τό στάχυ βγαίνει ἀπό τόν γυμνό κόκκο τοῦ σταριοῦ.

Οἱ κόποι πού κάνουμε γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ δέν συγκρίνονται μέ τήν ἀπόλαυση τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν. Τόν κόπο τοῦ γεωργοῦ ὅταν σπέρνει, ἀκολουθεῖ ἡ χαρά ὅταν θερίζει. Τό ψωμί πού τρώει τοῦ φαίνεται γλυκό, γιατί εἶναι ὁ καρπός τοῦ ἱδρώτα του.

Ἡ ἐργασία τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ ἀπαιτεῖ κόπο πνευματικό καί πολλή προσπάθεια, ἀλλά μετά ἀκολουθεῖ ἡ ἀγαλλίαση. Γι’ αὐτό περιφρόνησε τά πάντα καί θά ἔχεις βοηθό τόν Θεό.

Αὐτός πού ἀποφεύγει τή μάταιη δόξα τοῦ κόσμου, αἰσθάνεται στήν ψυχή του τή δόξα τῶν μελλόντων ἀγαθῶν. Ἐνῶ ἐκεῖνος πού προσπαθεῖ νά ξεκουράσει τόν ἑαυτό του μέ τίς πρόσκαιρες ἀπολαύσεις τοῦ κόσμου, αὐτός εἶναι τυφλός στήν ψυχή, γιατί δέν παραδόθηκε ὁλοκληρωτικά στόν Θεό.

Μή δένεσαι μέ χρυσάφι, ἤ ἀσήμι, ἤ μέ ὁποιοδήποτε ἄλλο θησαυρό τοῦ κόσμου αὐτοῦ. Συνήθιζε τόν ἑαυτό σου νά μήν ἔχει δικαιώματα στή ζωή αὐτή, γιά νά μή φτάσεις στό σημεῖο, μέ τό ἕνα χέρι νά μαζεύεις καί μέ τό ἄλλο νά σκορπᾶς.

Νά κάνεις ἐλεημοσύνη ἀπό τόν κόπο σου καί τόν ἱδρώτα σου καί ὄχι ἀπό τίς ἀδικίες. Νά ἐλεεῖς τούς φτωχούς ἔστω κι’ ἄν σ’ ἀδικοῦν καί σέ βρίζουν. Ἡ ἐλεημοσύνη ὅμως δέν μπορεῖ νά σταθεῖ μόνη της σάν ἀρετή, ἄν δέν ὑπάρχει πρῶτα ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό. Αὐτή θά μᾶς στηρίξει, ὥστε ὄχι μόνο νά ὑπομένουμε τήν ἀδικία, ἀλλά νά περιμένουμε μέ χαρά τήν ἀγνωμοσύνη, πού εἶναι ἐνδεχόμενο νά μᾶς δείξουν. Νά λυπᾶσαι νά ὑποφέρεις καί νά καίγεσαι ὅταν ὁ ἀδελφός σου ἔχει ἀνάγκη, γιατί αὐτό ἔκανε καί ὁ Χριστός. Καί ἄν κανείς σέ χτυπήσει στό πρόσωπο νά μή λυπηθεῖς, ἀλλά νά χαρεῖς, γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, καί νά μήν τοῦ πεῖς κανένα ψυχρό λόγο.

Ν’ ἀγαπήσεις τήν προσευχή, γιατί θά σέ παρηγορήσει πολύ στή ζωή σου. Διάβαζε τίς θεῖες Γραφές καί ἀγάπα τή φτώχεια, γιατί αὐτή θά σ’ ὁδηγήσει στόν Θεό. Μίσησε τήν ξεκούραση τοῦ σώματος καί τίς ἀνέσεις, γιατί αὐτά εἶναι θάνατος τῆς ψυχῆς. Περιόρισε τίς συναναστροφές σου μέ τούς ἀνθρώπους καί φρόντισε περισσότερο γιά τήν ψυχή σου, ὥστε ν’ ἀποκτήσεις ἐσωτερική εἰρήνη καί γαλήνη. Ἀγάπησε τή σωφροσύνη καί φρόντισε, μέ τήν προσευχή καί τόν ἀγώνα σου, ἡ ψυχή σου νά μένει καθαρή ἀπό ρυπαρούς λογισμούς.

Μήν ἀποκάμνεις δουλεύοντας στίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ γιά νά μή ντροπιασθεῖς μία μέρα, ὅταν βρεθεῖς μπροστά Του, γιά νά δώσεις λογαριασμό γιά τά ἔργα σου. Προφυλάξου ἀπό τά μικρά σφάλματα γιά νά μή πέσεις στά μεγάλα. Δούλευε στήν ἀρετή καί μή δεσμεύεσαι ἀπό τήν ἀπόλαυση καί τήν ἀνάπαυση πού προσφέρουν τά πάθη. Ἀγάπησε τά φτωχά ροῦχα καί ὄχι αὐτά πού φαντάζουν καί φαίνονται ὡραῖα. Περισσότερο νά σ’ ἐνδιαφέρει ἡ ὀμορφιά τῆς ψυχῆς καί ὄχι τοῦ σώματος.


Αὐτός πού εἶναι φλύαρος, μπορεῖ ποτέ ν’ ἀποκτήσει καθαρό νοῦ; Μπορεῖ ποτέ νά ἔχει κανείς ταπεινούς λογισμούς, ὅταν ἐπιθυμεῖ ν’ ἀπολαύσει τήν ἀνθρώπινη δόξα; Ὅταν ὑποταχθεῖ κανείς στίς σωματικές αἰσθήσεις, εἶναι σάν νά τρώει τήν τροφή τῶν θηρίων, ἐνῶ ὅταν τίς νικήσει, εἶναι σάν νά τρώει τήν τροφή τῶν ἀγγέλων.

Μέ τήν ταπεινοφροσύνη ἀτονοῦν τά σαρκικά πάθη, ἐνῶ μέ τήν ὑπερηφάνεια παραχωρεῖ ὁ Θεός καί πέφτει κανείς στήν πορνεία. Ἡ ταπεινοφροσύνη στολίζει τήν ψυχή μέ τήν ἁγνότητα. Ὁ ἐγωϊσμός δημιουργεῖ ἀκαταστασία καί ταραχή στήν ψυχή καί μολύνεται ὁ νοῦς μέ τούς ἀκάθαρτους λογισμούς. Ἡ ταπεινοφροσύνη ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο στόν Θεό.


Νά κάνεις ἐλεημοσύνη καί νά φροντίζεις γιά τούς ἄλλους ἀνθρώπους, πού εἶναι εἰκόνες τοῦ Θεοῦ, ἀλλά μήν παραμελεῖς ποτέ τή σωτηρία τῆς ψυχῆς σου. Πρῶτα θά φωτίσεις τόν ἑαυτό σου καί μετά τούς ἄλλους.

Μή νομίζεις ὅτι μέ τήν ἐλεημοσύνη τελείωσες τίς ὑποχρεώσεις σου στόν Θεό. Χρειάζεται μεγάλος ἀγώνας γιά νά καθαρίσεις τόν ἑαυτό σου ἀπό τά πάθη, κι’ ἔτσι θά γίνει εὐπρόσδεκτη στόν Θεό ἡ προσφορά πού κάνεις στούς συνανθρώπους σου. Γιατί καί θαύματα νά κάνεις, ἀκόμη καί νεκρούς ν’ ἀναστήσεις, ἄν δέν φροντίζεις συγχρόνως γιά τήν ψυχή σου, δέν ἔκαμες τίποτα.


Πῶς θά ὁδηγήσεις ἄλλους στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἄν ἐσύ προηγουμένως δέν ἔχεις γνωρίσει τόν Θεό; Ἐνῶ εἶσαι ἄρρωστος, προσπαθεῖς νά κάνεις τούς ἄλλους καλά; Πρέπει νά γνωρίζεις ὅτι πρῶτα θά καθαρισθεῖς ἐσύ καί μετά θά καθαρίσεις τούς ἄλλους. Γιά νά φτάσει κανείς στόν Θεό, χρειάζεται νά θυσιάσει καί φαγητά καί ποτά καί ροῦχα πολυτελῆ καί ἐπαίνους καί ὅ,τι ἄλλο τραβάει τόν ἄνθρωπο στόν κόσμο. Νά γίνεις φτωχός μέ τήν ταπείνωσή σου καί ὄχι πλούσιος μέ τήν ἀναισχυντία σου.


Νά συμφιλιώνεις τούς συνανθρώπους σου μέ τήν ἀρετή σου καί ὄχι μέ τά λόγια σου. Μέ τήν πραότητά σου καί τήν γλυκύτητα θά σβήνεις τήν πυρκαϊά τοῦ θυμοῦ καί τῆς φιλονεικίας. Νά ἐλέγχεις τούς ἀκόλαστους μέ τήν ἐνάρετη συμπεριφορά σου.

Ὅπου κι ἄν πᾶς νά θεωρεῖς τόν ἑαυτό σου ξένο. Ἔτσι θά προσέξεις καί δέν θά βλάψεις τούς ἄλλους. Σέ κάθε περίπτωση νά κάνεις πώς δέν γνωρίζεις τίποτε, γιά νά μή σέ κυριέψει ὁ ἐγωϊσμός. Κι ἄν ἀκόμη σέ κατηγορήσουν, ἐσύ νά τούς συγχωρεῖς καί νά μήν κρατᾶς κακία μέσα σου. Νά πιστέψεις ὅτι γιά κάθε πράγμα ἔχεις ἀνάγκη νά σέ διδάξουν, καί ὄχι νά διδάξεις ἐσύ τούς ἄλλους. Ποτέ νά μήν ὑποδείξεις κάτι στόν ἄλλο, ἄν δέν τό ἔζησες προηγουμένως ἐσύ στήν ἴδια σου τή ζωή. Νά μιλᾶς καί νά συμπεριφέρεσαι σάν μαθητής καί ὄχι σάν δάσκαλος. Νά κατακρίνεις τόν ἑαυτό σου καί νά παίρνεις τήν τελευταία θέση. Νά εἶσαι τίμιος καί νά ἐμπνέεις σεβασμό στούς ἄλλους. Κι’ ἄν εἶναι ἀναγκαῖο νά διδάξεις, αὐτό νά τό κάνεις μέ ταπείνωση, γιά νά ὠφελήσεις τούς ἀκροατές σου.


Ν’ ἀγωνίζεσαι μέ τήν προσευχή, τά δάκρυα καί τίς νηστεῖες καί ν’ ἀποφεύγεις νά διαβάζεις τίς διδασκαλίες τῶν αἱρετικῶν. Γιά νά ἑνωθεῖς μέ τόν Θεό χρειάζεται πολλή νηστεία. Τά πολλά καί ὡραῖα φαγητά δέν ἀφήνουν τόν νοῦ νά πλησιάσει τόν Θεό. Τά μυστήρια τοῦ Θεοῦ γνωρίζονται μέ προσευχή καί νηστεία. Νά διαβάζεις τά ἱερά Εὐαγγέλια γιά νά παραδειγματίζεσαι ἀπό τήν ζωή τοῦ Χριστοῦ. Ὅσο διαβάζεις τά ἱερά κείμενα, τόσο προχωρᾶς στή γνώση τῶν θαυμασίων τοῦ Θεοῦ.

Ὅταν μελετᾶς τήν Ἁγία Γραφή νά εἶσαι ἐλεύθερος ἀπό φροντίδες καί ἀπό μέριμνες βιοτικές, ὥστε νά ποτίζεται ἡ ψυχή σου ἀπό τή θεία ἀνάγνωση. Αὐτά πού διαβάζεις νά προσπαθεῖς νά ἐφαρμόζεις, γιά νά μή μένει ἡ ψυχή σου στό σκοτάδι. Στόν καιρό τοῦ πνευματικοῦ πολέμου βοηθάει πολύ ἡ ἀνάγνωση τῶν θείων Γραφῶν πού ἔχουμε κάμει, γιατί ὑπάρχει στήν ψυχή μας ἀπόθεμα πνευματικό.

Τό μέλι εἶναι πολύ ὡραῖο. Ὅταν ὅμως φάει κανείς πάρα πολύ, μπορεῖ νά τοῦ δημιουργήσει ἐμετό. Ἔτσι καί στά πνευματικά, δέν πρέπει νά βγαίνεις ἀδιάκριτα ἀπό τά ὅρια τῶν δυνατοτήτων σου. Νά κάνεις μόνο ἐκεῖνο πού μπορεῖς. Αὐτό θέλει ὁ Θεός. Τ’ ἄλλα θά τ’ ἀναπληρώσει ὁ Ἴδιος μέ τή χάρη Του. Γιατί ὑπάρχει καί ὁ φόβος ν’ ἀπελπισθεῖς, διαβάζοντας τίς ὑψηλές καταστάσεις πού ἔφτασαν οἱ ἅγιοι. Προχώρα στήν πνευματική ζωή μέ ταπεινό φρόνημα καί ὁ Θεός δέν θά σ’ ἐγκαταλείψει. Μήν προσπαθεῖς νά φτάσεις πνευματικές καταστάσεις πού ὑπερβαίνουν τίς δυνάμεις σου, γιατί θά πέσεις ὁπωσδήποτε, καί τήν πτώση σου αὐτή θά τήν ἐκμεταλλευθεῖ ὁ διάβολος.

Οἱ ὑψηλές πνευματικές κορυφές εἶναι πολύ δύσκολο νά κατακτηθοῦν. Ἀπαιτοῦν ταπείνωση καί πολύ κόπο καί μακροχρόνιους ἀγῶνες. Ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ δέν ἐπισκιάζει εὔκολα τόν ἄνθρωπο, γιατί πρέπει προηγουμένως νά καθαρισθεῖ ἀπό κάθε μολυσμό. Τά μυστήρια τοῦ Θεοῦ τά γνωρίζουν αὐτοί πού μέ τήν ἄσκηση καί τήν ταπείνωση ἀγωνίστηκαν στή ζωή τους γιά πολλά χρόνια. Μόνο στούς ταπεινούς ὁ Θεός φανερώνει τά μυστήριά Του.

Ἄν θέλεις νά ἐπιδοθεῖς στήν προσευχή καί στήν ἀγρυπνία, πρέπει νά κόψεις κάθε ἐπαφή σου μέ τόν κόσμο καί τήν ἁμαρτία. Χρειάζεται ἀκόμη ὑπομονή καί ἡσυχία. Μή φοβᾶσαι ἀπό τήν ταραχή πού δημιουργεῖ ὁ διάβολος κατά τήν ὥρα τῆς προσευχῆς. Αὐτό τό κάνει, γιατί γνωρίζει τήν ὠφέλεια πού θά ἔχουμε μετά ἀπό τήν προσευχή. Γι’ αὐτό ἀγωνίζεται μέ κάθε τρόπο νά σβήσει τή λαμπάδα τῆς προσευχῆς. Ἡ προσευχή σου ὅμως πρέπει νά συνοδεύεται καί ἀπό τήν ἐλεημοσύνη, ὥστε νά γεμίσει ἡ ψυχή σου ἀπό τό θεῖο φῶς. Τέλος, ὅσο εἰρηνικός εἶσαι ἐσωτερικά, τόσο περισσότερο ὁ νοῦς σου θά ἐννοεῖ τά μυστήρια τοῦ Θεοῦ. Μέ τήν προσευχή καί τή μελέτη τῶν ἁγίων Γραφῶν καί μ’ ὅλο τόν πνευματικό σου ἀγώνα, γρήγορα θά φτάσεις στήν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς.


Εἰναί αἰσχρό οἱ φιλοσαρκοι καί γαστρίμαργοι νά ἐξέταζουν τά πνευματικά πράγματα, ὅπως ἡ πόρνη νά μιλάει γιά σωφροσύνη. Καί ὅπως, ὅταν τό σῶμα πάσχει ἀπό μεγάλη ἀρρώστια, ἀποφεύγει τά παχειά φαγητά, ἔτσι κι’ ὁ νοῦς δέν μπορεῖ νά φτάσει στά θεῖα πράγματα ὅταν καταγίνεται μέ τά κοσμικά. Ὅπως ἡ φωτιά δέν μπορεῖ ν’ ἀνάψει τά βρεγμένα ξύλα, ἔτσι καί ἡ θεία φωτιά δέν μπορεῖ νά θερμάνει τήν καρδιά πού ἀγαπάει τήν ἀνάπαυση. Ὄπως ἡ πόρνη δέν περιορίζεται σ’ ἕνα μόνο ἐραστή, ἔτσι καί ἡ ψυχή πού καταγίνεται μέ πολλά πράγματα δέν μπορεῖ να κατανοήσει τά σπουδαιότερα, πού εἶναι τά θεῖα.

Ὅπως ἐκεῖνος πού δέν εἶδε μέ τά μάτια του τόν ἥλιο δέν μπορεῖ νά διηγηθεῖ στούς ἄλλους πῶς εἶναι τό φῶς του, ἔτσι κι αὐτός πού δέν γεύτηκε τή γλυκύτητα τῆς πνευματικῆς ζωῆς δέν μπορεῖ νά μιλήσει γιά πνευματικά πράγματα. Ἄν κάτι δέν τό ἔχεις ἀνάγκη καί σοῦ περισσεύει, δῶστο στόν ἀδελφό σου, γιατί ἔτσι θά πλησιάσει περισσότερο ἡ καρδιά σου τόν Θεό. Ὅταν κάνεις ἐλεημοσύνη νά δίνεις πλουσιοπάροχα, κάνοντάς την μέ χαρά, «ἱλαρόν γάρ δότην ἀγαπᾶ ὁ Θεός». Γιά τό ψωμί πού δίνεις στόν φτωχό θά πάρεις μισθό στήν ἄλλη ζωή. Μήν ἐξετάζεις ἄν σ’ αὐτόν πού κάνεις ἐλεημοσύνη ὑπάρχει πραγματική ἀνάγκη ἤ ὄχι. Ἐσύ κάνε τό καθῆκον σου καί ὁ Θεός θά κρίνει σωστά. Γιατί κάνοντας ἀδιάκριτα ἐλεημοσύνη, θά προσελκύσεις καί τούς σκληρόκαρδους στό καλό.

Σ’αὐτό μᾶς διδάσκει ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, πού ἔτρωγε μαζί μέ τούς τελῶνες καί τούς ἁμαρτωλούς. Δέν προτιμοῦσε τούς καλούς καί τούς ἄξιους, ἀλλά τούς ἀνάξιους, γιά νά τούς προσελκύσει καί νά τούς δημιουργήσει τόν φόβο τοῦ Θεοῦ.

Ἔτσι κι’ ἐσύ νά κάνεις τό καλό σέ ὅλους, εἴτε εἶναι φίλοι σου εἴτε ἐχθροί σου.

Κι’ ὅταν κάνεις τό καλό, μήν περιμένεις ἀμοιβή ἀπό τούς ἀνθρώπους, γιατί θά σέ ἀνταμείψει ὁ Θεός. Πρόσεξε μήπως πέσεις στήν παγίδα καί μαζεύεις πράγματα, γιά νά κάνεις δῆθεν ἐλεημοσύνη. Ἡ ἐλεημοσύνη ἔχει ἀξία μπροστά στά μάτια τοῦ Θεοῦ ὅταν γίνεται ἀπό τό ὑστέρημά σου. Ὅσο λιγότερα ἔχεις, τόσο πιό εὐτυχισμένος εἶσαι καί πολύ εὔκολα θά πλησιάσεις τόν Θεό. Τά πολλά ὑλικά πράγματα δένουν τόν ἄνθρωπο στήν γῆ αὐτή, καί δέν τόν ἀφήνουν νά δεῖ τήν Αἰώνια Βασιλεία. Ἡ ἀφθονία τῶν πραγμάτων εἶναι ἐχθρός τῆς ἐγκράτειας.


Εἰναι εὐτυχισμένος ἐκεῖνος πού προσπαθεῖ νά βρεῖ ἡσυχία γιά νά ἔλθει σ’ ἐπικοινωνία μέ τόν Θεό, καί δέν ἐπηρεάζεται ἀπό τίς πολλές ἐργασίες. Γιατί ὅσο ζεῖ ὁ ἄνθρωπος θά ἔχει δουλειές καί δέν θά σταματήσουν ποτέ. Βέβαια, καί ἡ ἐργασία εἶναι ἀπαραίτητη γιά τήν προκοπή τῆς ψυχῆς. Οἱ Πατέρες μάλιστα ὁρίζουν ὅτι οἱ ἀρχάριοι στήν πνευματική ζωή πρέπει νά καταγίνονται πολύ μέ τή σωμάτικη ἐργασία, γιά νά μή τούς πειράζει ὁ σατανᾶς, χωρίς φυσικά νά παραλείπουν καί τήν προσευχή.


Καί προσευχή καί ἐργασία.

Νά μήν ἀμελεῖς τίς μετάνοιές σου, γιατί αὐτό φοβίζει τόν σατανᾶ. Νά γνωρίζεις ὅτι θά σέ πολεμήσουν πολύ οἱ δαίμονες, ὅταν ἀρχίζεις νά προσκυνᾶς τόν Θεό σου. Κανένα πρᾶγμα στόν πνευματικό ἀγώνα δέν εἶναι ἀνώτερο ὅσο ἡ ἀσκητική προσπάθεια, πού τόσο φθονοῦν οἱ δαίμονες, γιατί καίγονται ὅταν βλέπουν τούς χριστιανούς νά πέφτουν γονατιστοί μπροστά στόν Ἐσταυρωμένο.


Νά ζητᾶς τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ καί Αὐτός θά φωτίσει τό σκοτάδι τῆς καρδιᾶς σου καί θά κάνει ν’ ἀνθίσει μέσα σου ἕνας πνευματικός παράδεισος. Πρῶτα ὅμως πρέπει νά κόψεις κάθε ἁμαρτωλό πρᾶγμα πού σέ συνδέει μέ τόν κόσμο καί μετά νά στραφεῖς στόν ἐσωτερικό σου κόσμο, γιά νά ξεριζώσεις ὅ,τι σάπιο ὑπάρχει.

Αὐτά ὅπως σοῦ εἶπα καί πιό πάνω, δέν εἶναι εὔκολα πράγματα. Τό νά καθαρίσει κανείς τόν ἑαυτό του ἀπό τούς σαρκικούς μολυσμούς ἀπαιτεῖ ἀγώνα μεγάλο πού θά διαρκέσει πολύ καιρό. Καί αὐτά στά λέω ὄχι γιά νά σέ ἀπελπίσω γιά τή σωτηρία σου, ἀλλά γιά νά σέ βοηθήσω νά προχωρᾶς συνεχῶς, μέχρις ὅτου γευθεῖς τή γλυκύτητα πού προσφέρει ὁ Θεός. Γιατί ἡ γλυκύτητα τῆς ἁμαρτίας εἶναι ψευτική καί πρόσκαιρη. Μόνο κοντά στό Θεό θά βρεῖς πραγματική παρηγοριά καί καταφύγιο.

Νά μισήσεις τά ἁμαρτωλά ἔργα καί τότε θά σέ πλησιάσει ὁ Θεός καί θά σοῦ στείλει τή χάρη Του.


Κοντά στόν Θεό θά βρεῖς εἰρήνη καί χαρά, ἀρκεῖ νά Τόν ἀγαπήσεις μ’ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς σου.

Κοντά στόν Θεό θ’ ἀπολαύσεις τήν αἰώνια μακαριότητα στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.

Ἀγάπησε ἀληθινά τόν Θεό καί τότε θά γίνεις εὐτυχισμένος.

Τέλος καί τῷ Θεῷ δόξα!

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ

ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ

Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱ.Μ. Παρακλήτου γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει ἡ Ἱερά Μονή.

Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης

http://HristosPanagia3.blogspot.com

Παρασκευή 6 Ιουλίου 2012

Καθαρισμός τῆς καρδίας. Γέρων Ἰωσήφ Βατοπαιδινός

Καθαρισμός της καρδίας Διδαχές από τον Άθωνα


Γέρων Ιωσήφ Βατοπαιδινός

Το κέντρο της ζωής μας είναι η απασχόλησί μας με τον πνευματικό νόμο. Αυτός είναι και ο λόγος πού αρνηθήκαμε τον κόσμο και εγκαταλείψαμε τον οικογενειακό βίο, ο οποίος δεν είναι αμαρτωλός. Τον εγκαταλείψαμε, επειδή θελήσαμε να εκφράσωμε με ένα ιδιαίτερο τρόπο την αγάπη μας προς τον Θεό, τηρούντες έτσι με ακρίβεια την πρώτη εντολή. Κληθέντες από τον Θεό, ακολουθήσαμε την φωνή Του για να εφαρμόσωμε αυτή την εντολή.

Και για να εύρωμε τον κατάλληλο χρόνο, τον απερίσπαστο μάλλον, εβγήκαμε έξω από την κοινωνία και αρνηθήκαμε τους οικογενείς μας, ασχολούμενοι λεπτομερώς με την εσωστρέφεια, ελέγχοντες τα νοήματα των πραγμάτων. Και αυτό τον τρόπο, να ημπορέσωμε να νικήσωμε όχι μόνο την πρακτική μορφή της αμαρτίας, αλλά να την αφανίσωμε από την γέννησί της.

Όχι μόνο να μην αμαρτάνωμε πρακτικά, αλλά ούτε κατά διάνοια να έχωμε συνεργασία με το κακό. Και με αυτό τον τρόπο φθάναμε στον μακαρισμό του Κυρίου: «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται». Ο Ιησούς μάς ανέφερε ότι: «Τα έξωθεν εισερχόμενα ου κοινούσι τον άνθρωπο», δηλαδή δεν τον μολύνουν.

Εκείνα πού εξέρχονται από μέσα τον κάνουν ακάθαρτο. «Εκ γάρ της καρδίας εξέρχονται διαλογισμοί πονηροί, φόνοι, μοιχείαι, πορνείαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι». (Ματθ. 15,18).

Αυτά είναι τα περισσεύματα της ακαθάρτου καρδίας τα οποία κινούμενα από μέσα προς το έξω, δημιουργούν το σώμα της περιεκτικής κακοηθείας.

Και τότε καταρακώνεται η ελευθερία της προσωπικότητας του ανθρώπου, και από ευγενής και «κατ εικόνα και ομοίωσιν» πλασμένος πού είναι, γίνεται πονηρός και διεφθαρμένος. Επειδή μετέχομε και εμείς αυτής της αρρωστημένης καταστάσεως, εξήλθαμε από τον κόσμο ακριβώς γι αυτό τον λόγο.

Κόσμο όταν λέμε δεν εννοούμε τους ανθρώπους.

Κόσμος είναι το σύστημα του παλαιού ανθρώπου, πού κατά τον Παύλο είναι τα πάθη και οι επιθυμίες. Και κατά τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, η «επιθυμία των οφθαλμών και η αλαζονεία του βίου», η αφροσύνη και γενικά η ματαιοφροσύνη.

Ευρισκόμενοι τώρα εδώ, προσέχαμε ακριβώς στο να γίνωμε «καθαροί τη καρδία», γιατί μονό έτσι θα ίδωμε τον Θεό, όσο επιτρέπεται βέβαια στην ανθρώπινη φύσι να έχη εμπειρία της οράσεως του Θεού. Το θέμα της παλιγγενεσίας δεν είναι η μεταφορά των ανθρώπων εις ένα ευδαιμονισμό. Αυτά τα παραδέχονται οι ξένες ομολογίες: Ο άνθρωπος μετά την παρουσία του Θεού Λόγου, δεν μεταφέρεται εις ένα ευδαιμονισμό, ούτε επανέρχεται από μία εξορία σε μια καλύτερη ζωή. Αυτά δεν είναι της Εκκλησίας μας γεννήματα, αλλά πεπλανημένες ιδέες.

Η κένωσι του Θεού Λόγου, μετέφερε στην ανθρώπινη φύσι την θέωσι. Έτσι ο άνθρωπος μεταφέρεται διά της Χάριτος – εάν αρχίσει από εδώ να πειθαρχή στο Θείο θέλημα- υποστατικά στην ένωσί του με τον Θεό. Όπως μετέχει το θετό παιδί στην περιουσία, στο όνομα και στην προσωπικότητα του πατέρα του, ενώ δεν είναι φυσικό παιδί, έτσι και εμείς. Αν και δεν γεννηθήκαμε τρόπον τινά, από τον Θεό, με την υιοθεσία όμως απεκτήσαμε την ίδια θέσι, πού έχει ένα φυσικό παιδί. Αυτό για μάς λέγεται θεανθρωπισμός.

Αυτό μάς έφερε στη γή ο Θεός Λόγος. Όπως είπε ο ίδιος: «Εγώ πάτερ, εν αυτοίς και σύ εν εμοί» και «τήν δόξαν ην δέδωκάς μοι δέδωκα αυτοίς», και άλλου «Θέλω ίνα όπου ειμί εγώ κακείνοι ώσι μετ εμού, ίνα θεωρώσι την δόξαν την εμήν», και πάλι «υμείς φίλοι μου έστε, εάν ποιήτε όσα εγώ εντέλλομαι υμίν ουκέτι υμάς λέγω δούλους».

Και όταν του εζήτησαν να τους μάθη να προσεύχονται, κατ ευθείαν τους είπε: «Πάτερ, ημών ο εν τοίς ουρανοίς». Για να επιτευχθή όμως αυτό και να εισέλθωμε στους κόλπους της υιοθεσίας, πρέπει να προσέξωμε, όχι μόνο να μην αμαρτάνωμε, αλλά να κτυπήσωμε την ρίζα της αμαρτωλότητος, ώστε και μέσα στην διάνοιά μας να μην έχη θέσι.

Όταν καθαρίση η καρδιά από τις ενέργειες των παθών, πού είναι ο παλαιός άνθρωπος, έρχεται τότε το Άγιο Πνεύμα και κατοικεί. Προσέξετε πώς ο Ιησούς μας το αναφέρει. «Εάν τις αγαπά με, τον λόγον μου τηρήσει, και ο πατήρ μου αγαπήσει αυτόν, και προς αυτόν ελευσόμεθα και μονήν παρ Αυτώ ποιήσομεν».

Κοιτάξετε τί λέει, «μονήν»· δεν λέει ότι θα έλθωμε να σάς επισκεφθούμε, όπως κάνομε εμείς μια επίσκεψι, αλλά λέει ότι θα κάνωμε διαμονή. Αυτός είναι ο Θεανθρωπισμός.

Η απαλλαγή μας όμως από την αμαρτία δεν γίνεται αυτομάτως αλλά σταδιακά, όπως γίνεται η σωματική αύξησι. Με την εμμονή μας, σιγά-σιγά επιτελείται διά της Χάριτος μυστηριωδώς η κάθαρσι της καρδιάς. Καθαρίζη πρώτα ο νους και φωτίζεται, και έτσι συλλαμβάνει καλά τα νοήματα και δεν πλανάται. Μετά την σωστή χρήσι των νοημάτων και την τήρησι της ακριβείας των εντολών, καθαρίζεται και η καρδιά.

Τότε εισέρχεται η Θεία Χάρις μόνιμα και κάνει τον άνθρωπο αληθινά θεοφόρο. Και ο άνθρωπος αυτός ενώ είναι ζωντανός, μεταφέρθη «εκ του θανάτου εις την ζωή». Αυτό είναι ο αγιασμός. Τότε εις αυτόν δεν λειτουργούν οι φυσικοί νόμοι. Κοινωνεί μόνιμα με την θεία Χάρι και εισέρχεται στο υπέρ φύσι, ούτως ώστε να έχη το διορατικό ή το προφητικό χάρισμα. Δεν φοβάται τις ασθένειες, τους κινδύνους, διότι μεταφερόμενος στη θέσι της υιοθεσίας τον σκεπάζει η θεία Χάρις· και όταν κάποτε θα φύγη από τον κόσμο αυτό, θα κερδίση τις άξιες των επαγγελιών, πού μάς υπεσχέθη ο Χριστός μας.

Και αυτές τις ημέρες, αν είστε λίγο προσεκτικοί, θα αισθανθήτε περισσότερο την επίδρασι της Χάριτος, διότι όπως έλεγε ο αείμνηστος Γέροντάς μας, ο Χριστός χαρίζει πλουσιότερα τα δώρα Του στις μεγάλες εορτές, σαν μία ιδιαίτερη ευλογία.

Αλλά υπάρχει λόγος στο να μην είμεθα και να μην γίνωμε προσεκτικοί; Αφού αυτό είναι το κέντρο του στόχου μας! Πώς να μην γίνωμε ευλαβείς, ζηλωταί, προσεκτικοί, πραγματικοί λάτρεις του Χριστού μας, ο οποίος πιστεύομε ότι μάς εκάλεσε αφού μάς προώρισε και μάς εδικαίωσε και απομένει μόνο η ελεημοσύνη Του να μάς δοξάση στην εσχάτη εκείνη ώρα, όταν θα φύγωμε από τον κόσμο αυτό;

Και να τώρα θα εισέλθωμε στα «ταμεία» μας, και αποκλείομε την θύρα μας και προσευχόμεθα και εξομολογούμεθα και προσπίπτομε στον Χριστό μας και με όλη την ψυχή και την καρδία και διάνοια και θέλησι και πρόθεσι και δράσι αποδίδαμε τάς ευχάς μας ενώπιόν Του, πού έχει υποσχεθεί στους αμαρτωλούς.

Με πραότητα, με ταπείνωσι και καλοσύνη να προσπίπτετε με τον τρόπο αυτό.

Είναι ο μυστικότερος τρόπος της μεταβολής του χαρακτήρος, πού προκαλεί τις πνευματικές εξάρσεις και αλλοιώσεις: «Αύτη η αλλοίωσις της δεξιάς του Υψίστου». Αλλοίωσι πού μεταβάλλει τον πήλινο άνθρωπο, τον αμαρτωλό, τον περικείμενο τους δερμάτινους χιτώνας. Τον μεταβάλλει σε πνευματικό όν, πού το περιτριγυρίζουν και επιθυμούν οι Αγγελοι να παρακύψουν.

Βλέπουν τις καλές αυτές διάνοιες, πού προσπαθούν να ξεπεράσουν τον νόμο της βαρύτητας και να μεταφερθούν στο υπερουράνιο θυσιαστήριο, εκεί όπου «πρόδρομος υπέρ ημών εισήλθεν Χριστός, εις τα Άγια αιωνίαν λύτρωσιν ευράμενος» (Εβρ. 9,12).

Όσα δεν αφορούν τον ουρανό, ξεχάστε τα. Εκεί είναι το πολίτευμά μας. Εκεί μάς αναμένει ο Ιησούς μας. «Εάν πορευθώ και ετοιμάσω υμίν τόπον, πάλιν έρχομαι και παραλήψομαι υμάς προς εμαυτόν,ίνα οπού ειμί εγώ και υμείς ήτε».

Ποιά καρδιά, αισθανόμενη αυτά τα ρήματα, δεν θα ραγίση, ακόμη και αν είναι από γρανίτη κατασκευασμένη; Η ανερμήνευτος παναγάπη Του δεν ετελείωσε με την θεία Του κένωσι και την παραμονή Του μαζί μας στην γή αυτή, όπου ενεδύθη την ιδική μας ταπείνωσι και πτωχεία. Αλλά και στους πατρώους κόλπους αναπαυόμενος «εν πάση τη δόξη Αυτού», πάλι μάς ενθυμείται και «ουκ εάσει ημάς ορφανούς πώποτε, αλλά, μεθ ημών εστί πάσας τάς ημέρας».


Όλοι πρόθυμοι τώρα ξεκινείστε με άμιλλα πνευματική, να φιλοδοξήτε να πέραση ο ένας τον άλλο. Και αυτό ακριβώς είναι το αξιέπαινο. «Αύτη η γενεά ζητούντων τον Κύριον».

ΕΡΩΤΗΣΗ – ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Ερ.: Γέροντα, πρέπει να προσευχώμαστε για όποιον μάς ζητά ή για τους αδελφούς της συνοδείας μας, πού λείπουν έξω στον κόσμο;


Απ.: Για τα μέλη της συνοδείας μας έχομε χρέος να προσευχόμαστε, διότι ανήκομε όλοι στο ίδιο σώμα. Όταν δε ευρίσκεται κανείς έξω από το περιβάλλο του, δεν ημπορεί να έχη την ίδια προσοχή και αίσθησι Χάριτος και κατάστασι πού έχει όταν είναι στην φωλιά του.

Εις αυτές τις περιστάσεις, πού ευρίσκεται κάποιος έξω από την μάνδρα, δεν ξέρομε τί ημπορεί ο διάβολος να επινόηση εις βάρος του, διότι είμεθα άνθρωποι και ποιός έχει εμπιστοσύνη στον εαυτό του;

Με μια στροφή του νου προς τον Χριστό μας, να επικαλήσθε την θεία βοήθεια, την θεία Χάρι για την επιτυχία του σκοπού για τον οποίο εξήλθε ο αδελφός· και με μία μικρή προσευχή, να γίνεται αφορμή να σκεπάζεται οποιοσδήποτε απουσιάζη από τη συνοδεία, διότι ευρίσκεται σε ανοικτό μέτωπο και δεν γνωρίζομε από πού θα δεχθή την κρούσι.

Για τους άλλους τώρα σύμφωνα με την Πατερική παράδοσι, οι νέοι, οι αρχάριοι, δεν ωφελούνται όταν εύχονται για άλλα πρόσωπα, διότι είναι και αυτή μια πρόφασι από τα δεξιά για να δημιουργή σκορπισμό.

Φυσικά όπως και άλλοτε σάς ερμήνευσα, δεν φιλοδοξούμε να ευχόμεθα για τον καθένα, όχι διότι μισούμε τον πλησίο μας, μή γένοιτο, αλλά γνωρίζοντες ότι είμεθα αδύνατοι και δεν έχομε παρρησία είμεθα λίγο συνεσταλμένοι και ο Θεός βλέποντας το ταπεινό φρόνημα, ότι δηλαδή απέχομε γι αυτό τον σκοπό, συμπληρώνει η αγαθότης Του την πρόθεσι της καρδίας και την πρόθεσι της αγάπης πού αισθανόμεθα απέναντι του καθενός.



Πηγή: Γέροντος Ιωσήφ, Διδαχές από τον Άθωνα, Ψυχωφελή Βατοπαιδινά 8, γ’ Έκδοσις, Έκδοσις Ιεράς Μεγίστης Μονή του Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 1999

pemptousia.gr

http://anavaseis.blogspot.gr/2012/07/blog-post_5857.html

Πέμπτη 5 Ιουλίου 2012

Ἡ ἐκκοσμίκευση στήν ἐκκλησία

Η Εκκοσμίκευση στην Εκκλησία


Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

ΠΗΓΗ: “Καθημερινή” της Κυριακής 16-1-2000.

Η τελευταία Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος (Οκτώβριος 1999) ήταν πολύ σημαντική. Δεν πρόκειται εδώ να εντοπίσω αυτήν την πραγματικότητα, αλλά κυρίως να υπογραμμίσω ότι η Ιεραρχία αυτή ήταν πάρα πολύ σημαντική και κρίσιμη, γιατί, εκτός των άλλων, έθεσε το θέμα της εκκοσμίκευσης στην Εκκλησία. Έγινε πολύς λόγος για το φαινόμενο αυτό που είναι το κυριότερο πρόβλημα της σύγχρονης εκκλησιαστικής ζωής. Συνήθως όλοι ομιλούν για την εκκοσμίκευση, αλλά όλοι την αποδίδουν στους άλλους.

Το πρόβλημα όμως είναι ότι, μιλώντας για την εκκοσμίκευση, την περιορίζουμε σε εξωτερικά πράγματα, για παράδειγμα στο σκουλαρίκι των νέων, τα ανέκδοτα, την χρησιμοποίηση των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, κλπ. Όμως η εκκοσμίκευση δεν εξαντλείται σε αυτά τα σημεία, αλλά εκφράζει μια βαθύτερη νόσο, είναι η αλλοίωση της ορθοδόξου θεολογίας και εκκλησιολογίας. Ο Σεβ. Μητροπολίτης Κυδωνίας και Αποκορώνου κ. Ειρηναίος, σε εισήγησή του στην Δ’ Σύναξη της Ιεραρχίας του Οικουμενικού Θρόνου, με θέμα “η εκκοσμίκευσις ως γεγονός και ως απειλή εις την σύγχρονον Ορθοδοξίαν”, αναφέρεται διεξοδικώς στην προσέλευση και τις επιπτώσεις της εκκοσμικεύσεως. Ως προς τον όρο εκκοσμίκευση γράφει ότι χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1850 από τον G. L. Holyoke και “προσδιορίζει ένα σύστημα, το οποίο επιδιώκει να ερμηνεύση την ζωή του ανθρώπου και της Κοινωνίας του, αλλά βεβαίως και όλου του κόσμου και όλων των ανθρώπων επάνω στις αρχές, οι οποίες έχουν ληφθεί από τούτον τον κόσμο στον οποίον ζούμε. Αρχές οι οποίες είναι άσχετες και ασύνδετες με την πίστη στον Θεό με οποιοδήποτε θεό και με την μέλλουσα ζωή”. Ως παράδειγμα εκκοσμικεύσεως αναφέρει τον Διαφωτισμό και ως απειλή για την Ορθόδοξη Εκκλησία παρουσιάζει την “εγκοσμιότητα”, τον “αθεϊσμό”, “τήν αμαρτία”, “τόν ευσεβισμό”, “τις Κοινωνικές – προσωπικές κατακτήσεις”.

Συχνά κάνουμε λόγο για τις παρανοήσεις του εκκλησιαστικού φρονήματος. Ο αείμνηστος Ιάκωβος Μάϊνας, μεταξύ των πολλών παρανοήσεων, υπογραμμίζει τρεις, ήτοι την “χριστιανική κοσμοθεωρία” που συνδέεται με την επιθετικότητα και τον ανταγωνισμό στις άλλες κοσμοθεωρίες, την “κοσμοφοβία” που έχει σχέση με την αμυντική στάση και με μια κλειστή αποικία μέσα στον κόσμο, και την “εκκοσμίκευση” που στηρίζεται στην διατάραξη της σχέσης μεταξύ υπερβατικότητας και ενδοκοσμιότητας.

Κυρίως η εκκοσμίκευση που μας ενδιαφέρει εδώ είναι, κατά τον προηγούμενο θεολόγο, η νοοτροπία κατά την οποία ο υπερβατικός Θεός ενταφιάζεται “μέσα στο ιστορικό γίγνεσθαι” και όταν η “ιστορική δράση σφετερίζεται τον αγιαστικό χαρακτήρα και το ιερατικό ήθος της θρησκευτικής λατρείας”. Υπάρχουν δύο φράσεις που ερμηνεύουν την εκκοσμίκευση μέσα σ’ αυτόν τον προσδιορισμό. Η μία: “προσευχή γίνεται πια η καθημερινή ανάγνωση της εφημερίδας”, και η άλλη περικλείεται στα λόγια του Heine: “ας αφήσωμε τον ουρανό στους παπάδες και τα σπουργίτια”, προφανώς για να ασχοληθούμε μόνον με τον κοινωνικό χώρο.

Σε κάποια φάση ο δυτικός Χριστιανισμός όχι μόνον υιοθέτησε την εκκοσμίκευση, αλλά και την θεσμοποίησε, αφού απογύμνωσε τον Χριστιανισμό από το πνευματικό και εσχατολογικό στοιχείο του, και τον έκανε μια κοινωνική οργάνωση και ένα ηθικιστικό σύστημα.

Η εκκοσμίκευση ως όρος εισήλθε και στον δικό μας χώρο, για να χαρακτηρίση μια παράλληλη κίνηση που επικρατούσε και σε μας, όμοια με εκείνη που υπήρχε στην Δύση, με την διαφορά ότι σε μας εφ’ όσον υπάρχει το δόγμα αναλλοίωτο, τα ζωτικά κέντρα ζωής, που είναι οι Ενορίες και τα Μοναστήρια, η πλούσια εκκλησιαστική και πατερική παράδοση, δεν μπόρεσε η εκκοσμίκευση να θεσμοποιηθή, αλλά ενεργεί σε επίπεδο προσωπικό. Θα μπορούσαμε να εντοπίσουμε τρεις χώρους στους οποίους φαίνεται η εκκοσμίκευση, ώστε να αντιληφθούμε και την σημειολογία του όρου.

Γίνεται λόγος για εκκοσμίκευση στην Εκκλησία. Φυσικά, όταν κάνουμε λόγο για εκκοσμίκευση στην Εκκλησία, δεν εννοούμε εκκοσμίκευση της Εκκλησίας ως Σώματος Χριστού, αλλά εκκοσμίκευση των μελών της Εκκλησίας. Όπως γνωρίζουμε από την όλη εκκλησιαστική παράδοση, η Εκκλησία είναι Σώμα Χριστού και κοινωνία θεώσεως, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι έχει σκοπό να θεραπεύση τον άνθρωπο και να τον οδηγήση στην θέωση. Η ύπαρξη της πραγματικής Εκκλησίας φαίνεται στην επιτυχία να θεραπεύη την νοσούσα προσωπικότητα του ανθρώπου. Όπως μια ιατρική επιστήμη αναγνωρίζεται από τον βαθμό της επιτυχίας, και όπως ο επιστήμονας ιατρός αποδεικνύεται από τον βαθμό της θεραπείας του ασθενούς ανθρώπου, το ίδιο συμβαίνει και με την Εκκλησία.

Μέσα από αυτήν την προοπτική μια Εκκλησία που δεν θεραπεύει τον άνθρωπο, αλλά ασχολείται με άλλα έργα είναι εκκοσμικευμένη. Η Εκκλησία εκκοσμικεύεται όταν θεωρείται ως μια θρησκευτική οργάνωση που ικανοποιεί τα θρησκευτικά συναισθήματα και προσπαθεί να εξιλεώση τον Θεό. Μια Εκκλησία που έχει ωραίες τελετές, χωρίς να διατηρή τον ησυχαστικό θεραπευτικό χαρακτήρα, είναι θρησκευτική οργάνωση. Ακόμη η Εκκλησία εκκοσμικεύεται όταν θεωρήται ως ιδεολογικός χώρος, και όχι ως χώρος ζωής, όπου νικάται ο θάνατος, με όλες τις συνέπειές του, που είναι οι αρρώστειες, τα πάθη, η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια. Γιατί το φαινόμενο του θανάτου δεν είναι ένα στιγμιαίο βιολογικό γεγονός, αλλά μια συνταρακτική διαδικασία που συνδέεται με την όλη ζωή του ανθρώπου και έχει σχέση με την φθαρτότητα και την θνητότητα. Ακόμη η Εκκλησία εκκοσμικεύεται όταν θεωρήται σαν μια κοινωνική οργάνωση, που είναι απαραίτητη στην κοινωνία για την κοινωνική της χρησιμότητα, αφού την χρειάζονται για να κοσμή διάφορες τελετές και να επιτελή διάφορα κοινωνικά έργα. Μια τέτοια Εκκλησία δεν απορρίπτεται και από αυτούς τους λεγομένους αθέους. Έτσι, μια Εκκλησία που σταυρώνει αντί να σταυρώνεται, που ζητά την εγκόσμια δόξα αντί την δόξα του Σταυρού, είναι εκκοσμικευμένη.

Μιλούμε ακόμη και για την εκκοσμίκευση στην θεολογία. Στην πατερική παράδοση φαίνεται ότι θεολόγοι είναι οι θεόπτες, που απέκτησαν την προσωπική πείρα του Θεού και ομιλούν απλανώς και θεοπνεύστως για τον Θεό. Θεολογία είναι η φωνή της Αποκαλύψεως. Καθαρό δείγμα εκκοσμικεύσεως στην θεολογία είναι η λεγομένη σχολαστική θεολογία που αναπτύχθηκε στον Μεσαίωνα, και ως μέθοδος εργασίας επικρατεί και σήμερα. Και είναι γνωστόν ότι η σχολαστική θεολογία στηρίχθηκε πολύ στον ορθό λόγο, ως μέθοδο γνώσεως του Θεού. Δεν κατηγορεί κανείς την λογική, αλλά όταν η λογική χρησιμοποιείται για την γνώση του Θεού είναι πτωτικό γεγονός. Η ορθόδοξη θεολογία στην ουσία της είναι ησυχαστική, που σημαίνει χρησιμοποιεί διπλή μεθοδολογία, άλλη είναι η μέθοδος για την διερεύνηση των κτισμάτων (λογική), και άλλη είναι η μέθοδος για την γνώση του Θεού (νους). Έτσι, όταν η θεολογία δεν ασχολείται με την λύση των υπαρξιακών προβλημάτων του ανθρώπου, δεν αναφέρεται στο πώς ο άνθρωπος από το κατ’ εικόνα θα προχωρήση στο καθ’ ομοίωση, αλλά εξαντλείται σε βερμπαλισμούς και σε ένα αφυδατωμένο κοινωνικό έργο, και εξελίσσεται σε ένα ηθικιστικό σύστημα, τότε είναι εκκοσμικευμένη. Η ορθόδοξη θεολογία είναι η φωνή της Εκκλησίας και φυσικά, επειδή η Εκκλησία είναι θεραπευτήριο, γι’ αυτό και η ορθόδοξη θεολογία γνωρίζει και αγωνίζεται να θεραπεύση τον άνθρωπο.

Αυτή ακριβώς η εκκοσμίκευση φαίνεται και στην ποιμαντική που έχει μεγάλη σχέση με την Εκκλησία και την θεολογία της. Επειδή, η Εκκλησία είναι το Σώμα του Χριστού, και η θεολογία είναι η γνώση του Θεού, είναι ο αποκαλυπτικός λόγος, γι’ αυτό και η ποιμαντική είναι ο τρόπος με τον οποίο ο θεολόγος εκκλησιοποιεί τον τραυματισμένο και πονεμένο άνθρωπο. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος θεωρεί την ποιμαντική ως την πιο δύσκολη επιστήμη και οπωσδήποτε την συνδέει με την θεραπεία και την θέωση του ανθρώπου. Όλη η ποιμαντική μέριμνα της Εκκλησίας δεν εξαντλείται σε μια εξωτερική δραστηριότητα ούτε σε μια ψυχολογική ανάπαυση και ξεκούραση, αλλά στην προσπάθεια να καθαρισθή η καρδιά και να φωτισθή ο νους του ανθρώπου. Μια ποιμαντική όμως που δεν γίνεται μέσα σε αυτά τα πλαίσια, αλλά εξαντλείται μόνον στην ηθικολογία, την ψυχολογία, την κοινωνικοποίηση του ανθρώπου, στην απαλλαγή του μόνον από τα ναρκωτικά, κινείται δηλαδή μέσα σε νομικιστικά πλαίσια, είναι οπωσδήποτε εκκοσμικευμένη και οδηγεί αναπόφευκτα στην αυτάρκεια και τον φαρισαϊσμό.

Γίνεται, λοιπόν, αντιληπτό ότι το πρόβλημα της εκκοσμικεύσεως είναι πολύ μεγάλο και απειλεί αυτήν την ίδια την ύπαρξη του ανθρώπου αλλά και τον σκοπό της Εκκλησίας. Ο άνθρωπος αναζητά τον Θεό, και την λύση των υπαρξιακών προβλημάτων του. Δεν τον απασχολεί τόσο η παράταση της ζωής, όσο η υπέρβαση του θανάτου. Οπότε, όταν η Εκκλησία δεν τον βοηθά στην αναζήτησή του αυτή, αλλά κινείται και αυτή στα ίδια πλαίσια και επίπεδα των ανθρωποκεντρικών οργανώσεων, τότε απογοητεύει ακόμη περισσότερο τον άνθρωπο. Η Εκκλησία δεν λειτουργεί για να συναγωνίζεται άλλους κοινωνικούς φορείς, και ίσως να προσφέρη καλύτερο κοινωνικό έργο, αλλά για να κινήται σε άλλο επίπεδο και να προσφέρη στον άνθρωπο αυτό που δεν έχουν οι άλλοι. Χωρίς να παραγνωρίζη την ιστορία και την κοινωνία. Όμως, όταν δεν ανταποκρίνεται σε αυτόν τον σκοπό, τότε προκαλεί απογοήτευση.

Η εκκοσμίκευση είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την Εκκλησία. Είναι αυτό που αλλοιώνει το πραγματικό της πνεύμα, την αληθινή της ατμόσφαιρα. Βέβαια, δεν αλλοιώνει την Εκκλησία, αλλά τα μέλη της. Η εκκοσμίκευση δεν οδηγεί στην θέωση που είναι ο ύψιστος σκοπός της Εκκλησίας. Είναι μια ανθρωποκεντρική θεώρηση της ζωής, αφού κοινωνικοποιεί και εκνομικεύει τον ζώντα αποκαλυπτικό λόγο, ιστορικοποιεί την εσχατολογική προοπτική της Εκκλησίας, σχετικοποιεί την μεταμορφωτική δυναμικότητα του εκκλησιαστικού λόγου. Η Εκκλησία πρέπει να εισέρχεται στον κόσμο, για να τον εκκλησιοποιή και όχι ο κόσμος να εισέρχεται στην Εκκλησία για να την εκκοσμικεύη.

Μια εκκοσμικευμένη Εκκλησία είναι εντελώς ανίσχυρη και αδύναμη να εκκλησιοποιήση τον κόσμο. Και οι εκκοσμικευμένοι Χριστιανοί είναι αποτυχημένοι σε όλα τα επίπεδα.

http://www.oodegr.com/oode/koinwnia/problimata/ekkosmik1.htm

Δευτέρα 2 Ιουλίου 2012

Η μακαριότητα τ' ουρανού



Όσο πιο πολύ μιμείσαι το Χριστό

στην ταπείνωση, την υπακοή
τόση χαρά σε περιμένει στην αιώνια ζωή
στον ουρανό.


Όσο πιο πολύ μοιάζεις στο Χριστό
στην αγάπη, στη θυσία
τόση δόξα σε περιμένει στον ουρανό
και θεϊκή ευωδία.


Όσο πιο πολύ μιμείσαι την Παναγία
στη σεμνότητα, στη σιωπή
τόση λαμπρή στολή
θα σε στολίζει με δόξα αιωνία.


Όσο πιο πολύ μοιάζεις στον Ιησού
στην ακενοδοξία, στην ακτημοσύνη
τόση σε περιμένει ευφροσύνη
στη Βασιλεία του Θεού.


Όσο πιο πολύ δοξάζεις το Χριστό
στη δοκιμασία, στον πειρασμό
με την αγία σου ζωή
τόσο η ουράνια κατοικία σου λαμπρή.


Όσο πιο καθαρή η προσευχή
τόσο πιο αγία η ζωή.
Όσο πιο ταπεινή η ψυχή
τόσο πιο δοξασμένη και λαμπρή.


Όσο πιο πολύ μοιάζεις στο Χριστό
στην πραότητα, την ακακία
σε κάθε αδικία, συκοφαντία
τόσο ψηλά ανεβαίνεις στον ουρανό.


Όσο πιο πολύ ομολογείς το Χριστό
και δέχεσαι μαρτύριο φρικτό
τόσο πλησιάζεις το Θεό
με στεφάνι πιο λαμπρό.


Όσο πιο ασκητικά ζεις και ταπεινά
τόσο καθαρίζεται η καρδιά.
Όσο πλησιάζεις το Θεό
αγαπάς τον καθένα σαν αδελφό.


elenitheof
2/7/2012